«Να προσέχεις τους «λύκους» μου έλεγε η Ελένη Καζαντζάκη»
Ο Πάτροκλος Σταύρου αποκαλύπτει για τη δικαστική διαμάχη, την Ελένη Καζαντζάκη αλλά και τη νέα κόντρα με το Υπουργείο Πολιτισμού.
Σάββατο πρωί βρέθηκα στη Χαριλάου Τρικούπη. Το ραντεβού με τον Πάτροκλου Σταύρου ήταν στις 10 το πρωί αλλά είχα φτάσει νωρίτερα. Ο ήλιος ήταν ζεστός κι είπα να κάνω μια βόλτα από τους πάγκους της λαϊκής αγοράς που είχαν στηθεί εκεί. Σκεφτόμουν συνεχώς μια σκηνή από τον «Ζορμπά». Το πλιάτσικο στο σπίτι της Μαντάμ Ορτάνς όταν εκείνη πεθαίνει. Τι ειρωνεία…
Ο Πάτροκλος Σταύρου ήταν αυτός που μου άνοιξε. Φορούσε ένα αυστηρό μαύρο κοστούμι, μια μονόχρωμη γραβάτα με σφιχτό κόμπο (τον σωστό, που κάνει δύο
λακκάκια ακριβώς από κάτω). Ευγενική φυσιογνωμία που αποπνέει αμέσως σεβασμό. Τον ρώτησα το τυπικό «τι κάνετε» και μου ψέλλισε «ταλαιπωρούμαι». Δεν είχα καν ετοιμάσει το κασσετοφωνάκι μου για να γράφει όταν αμέσως ήρθε η έκρηξη…«Είμαι απελπισμένος! Είμαι τόσο στενοχωρημένος από την αδικία. Το Υπουργείο Πολιτισμού χωρίς καν να επικοινωνήσει μαζί μου έχει συστήσει μια επιτροπή για να εκδώσει το έργο του Καζαντζάκη. Δεν ήρθαν καν σε επικοινωνία μαζί μου! Δηλαδή οι 25 εκδόσεις με την έρευνα μου πάνω στον συγγραφέα τι είναι; Τι θέλουν να κάνουν. Και το ανακοίνωσαν λίγο πριν την αμετάκλητη απόφαση του Αρείου Πάγου που με δικαίωνε για άλλη μια φορά στο θέμα που έγειραν οι εγγονές του συγγραφέα για τα πνευματικά δικαιώματα». Για επτά χρόνια ήταν στα δικαστήρια. Με το χαρτί που τον όριζε κληρονόμο, με την υπογραφή της Ελένης Καζαντζάκη, της θετής μητέρας του και συζύγου του Νίκου. Μονομελές, Πολυμελές, Εφετείο, Άρειος Πάγος. Δικαιώθηκε σε όλα… Οι εγγονές επέμεναν. Τι τις έκανε να πιστεύουν ότι θα κερδίσουν;
«Δεν ξέρω. Η λύσσα μάλλον να βάλουν “στο χέρι” τον Νίκο Καζαντζάκη! Πίσω από τις δύο κοπέλες είναι πολλοί που… περιφέρονται. Χρησιμοποιήθηκαν τα δύο κορίτσια. Στη διάρκεια της δικαστικής διαμάχης έγινε μια προσπάθεια σπίλωσης τόσο προς το πρόσωπό μου όσο και εναντίον της Ελένης Καζαντζάκη».
Ήθελα να μάθω για το ζευγάρι αυτό. Όταν τον ρωτάω για τη γνωριμία τους το πρόσωπο του γλυκαίνει. Κοιτά στο κενό κι εξιστορεί…
«Ο Νίκος και η Ελένη γνωρίστηκαν στη Δεξαμενή. Η Μαρίκα Παπαιωάννου – Χουρμουζίου της είπε ότι έρχεται ο Καζαντζάκης και όλοι τρέχουν να τον δούνε. Της είπε να μην χάσει την ευκαιρία γιατί ποτέ δεν ξέρεις ποτέ θα τον ξαναδείς (λόγω των συχνών ταξιδιών του). Όσοι ήταν εκεί αποφάσισαν να πάνε για κολύμπι. Μαζί τους πήγε και η Ελένη, αν και δεν θα κολυμπούσε. Ο Καζαντζάκης λάτρευε την θάλασσα και μάλιστα του άρεσε να κολυμπάει γυμνός, ξυπνούσε πολύ νωρίς. Όταν την είδε να κάθεται μόνη της στην αμμουδιά την πλησίασε. Στάθηκε ακριβώς μπροστά της για να της κάνει σκιά. Δεν πήγε ποτέ να κολυμπήσει αλλά ήταν όρθιος μέχρι που νύχτωσε, κάνοντάς της σκιά. Είχε κεραυνοβοληθεί! Κι εκείνη δεν κουνήθηκε είχε μείνει “καρφωμένη” για ώρες. Η Ελένη ήταν κάτω από τη σκιά του Νίκου κι εκείνος ήταν κάτω από τη ματιά της. Για πάντα»!
Αν δεν ήταν αυτό συμβολισμός τότε τι είναι. Να το ήξεραν άραγε πως αυτή θα ζούσε πάντα στη σκιά του καρφωμένη κι εκείνος θα την προστάτευε πάντα; Έγραφε στον «Γκρέκο»… «Είμαι μια ηλεκτρική εγκατάσταση και είστε το ρεύμα. Αν κοπεί χάθηκα.»
Ο Καζαντζάκης είχε όμως κι ένα πρώτο γάμο… Ο Πάτροκλος Σταύρου αποκαλύπτει… «Ο Νίκος με τη Γαλάτεια απλά δεν ταίριαξαν. Είχε γράψει μάλιστα, «οι ψυχές μας δεν ταιριάζουν», στα γαλλικά. Αν και δεν ζούσαν συνέχεια μαζί λόγω των ταξιδιών του ο Καζαντζάκης αγάπησε την Γαλάτεια ζητούσε στοργή και κατανόηση αλλά εκείνη δεν του την παρείχε. Η Ελένη δεν είχε πει ποτέ ούτε έναν κακό λόγο για τη Γαλάτεια, την πρώτη του γυναίκα. Είχαν γνωριστεί.»
Ποια ήταν όμως εκείνα τα στοιχεία του χαρακτήρα της Ελένης που μάγεψαν τον Καζαντζάκη; Ο Πάτροκλος Σταύρου είναι σαφής… «Η Ελένη ήταν για εκείνον το παν. Πρώτα απ’ όλα ήταν η σύντροφός του από όλες τις απόψεις. Ήταν σύζυγος. Ήταν η γραμματέας του ακόμη. Εκείνη δακτυλογραφούσε τα έργα του. Και καθετί που έγραφε το έθετε στην κρίση της. Αν κάτι δεν της άρεσε το έσκιζε. Ήταν η νοικοκυρά του μέσα στο σπίτι, αυτή του μαγείρευε, αυτή τον φρόντιζε σε όλα. Αυτή φρόντιζε και για την έκδοση των βιβλίων του. Μάλιστα, σε ένα γράμμα του στον Πρεβελάκη όταν δεν κατάφερε να βρει εκδότη για ένα βιβλίο του, του λέει «ασ’ το, θα το αναθέσω στην Ελένη. Αυτή είναι Αη Γιώργης, όλα τα καταφέρνει». Ο Καζαντζάκης έγραφε και είχε δίπλα του ένα «πνεύμα, άγιο και ηγεμονικό» που του κάλυπτε όλες τις ανάγκες του. Αν ήταν άρρωστος εκείνη ήταν η νοσοκόμα του. Ήταν το θεϊκό πλάσμα που κυκλοφορούσε γύρω του και τον αγκάλιαζε. Ήταν τυχερός που την είχε δίπλα του. Η Ελένη του αφιερώθηκε απέραντα. Ήταν κι εκείνη συγγραφέας αλλά τα άφησε όλα για να τον υπηρετήσει. Η Ελένη ήταν σαν μια σιλουέτα φτιαγμένη από τους Θεούς για να δείξουν στους ανθρώπους ότι δεν είναι εγκαταλελειμμένοι. Ο Νίκος πάτησε πάνω στην Ελένη και μεγαλούργησε!»
Ο λόγος του Πάτροκλου Σταύρου ζωηρεύει καθώς μου διηγείται ιστορίες της κοινής ζωής του ζευγαριού. Κάθε λίγο σταματά και ανοίγει κάποια από τα βιβλία του Καζαντζάκη και μου διαβάζει αποσπάσματα. Είναι εντυπωσιακό, τουλάχιστον στα δικά μου μάτια. Ξέρει ακριβώς που είναι γραμμένο και τι. Όταν φτάνει στη μάχη του μεγάλου στοχαστή με τη λευχαιμία ο Σταύρου κομπιάζει. Είναι οι διηγήσεις της Ελένης που τον συγκινούν.
«Είχε ελαφρά μορφή λευχαιμίας. Την αντιμετώπιζε όμως. Είχε κάνει ένα εμβόλιο που δεν έπρεπε να του είχαν κάνει στο ταξίδι του στην Κίνα. Είχε πρηστεί. Με την κατάλληλη θεραπευτική αγωγή κατάφερε να το ξεπεράσει. Ένας από τους φίλους του πήγε να τον χαιρετήσει και τον αγκάλιασε, χωρίς να ξέρει πως εκείνη τη στιγμή του κολλάει τον ιό της ασιατικής γρίπη. Στην ουσία από αυτό πέθανε ο Νίκος Καζαντζάκης»!
Τι ειρωνεία! Ο στοχαστής που αναζητούσε το θεϊκό στον άνθρωπο να πεθαίνει από μια αγκαλιά. Τα μάτια του Πάτροκλου Σταύρου βουρκώνουν…
«Το κείμενο της Ελένης είναι σπαραχτικό για το θάνατο του άντρα της». Γράφει… «Οι γιατροί είναι αισιόδοξοι, σε λίγες μέρες λέει ο γιατρός θα φύγετε από την κλινική (…) Είχε καταλάβει ο Νίκος τον κίνδυνο; Δεν είμαι ακόμη βέβαιη. Ωστόσο από την πρώτη ημέρα που ο γιατρός είπε να του κάνει την ένεση κορτιζόνης ο Νίκος άπλωσε το μπράτσο και μουρμούρισε… «Και τώρα το τέλος»! Είπε τι σκεφτόταν ή μήπως μίλησε το υποσηνείδητο χωρίς ο ίδιος να το καταλάβει; Τις λίγες ακόμη ημέρες που ήταν γραφτό του να ζήσει κανένα απολύτως παράπονο δεν βγήκε από τα χείλη του. (…) Το μόνο που ζητούσε ήταν νερό. «Διψώ, διψώ, διψώ», έλεγε. (…) Μόνη στο προσκέφαλο του αγαπημένου μου φώναζα όλους τους Άγιους «βοήθεια». «Νίκος μου, Νίκος μου, Νίκος μου, τριήμερος είναι θα περάσει (ο πυρετός). Κουράγιο αγάπη μου, σήμερα το βράδυ ο πυρετός θα πέσει. Αύριο θα φέξει και πάλι ο ήλιος. Τα έλεγα και τα πίστευα. «Ναι, ναι» έγνεφε ο Νίκος με το κεφάλι του που ζητούσε νερό να ξεδιψάσει. (…) «Νιώθεις καλύτερα παιδί μου»; «Ναι». «Πονάς πουθενά»; «Όχι, διψάω». (…) Σε λίγες ώρες τα μάτια του γλάρωσαν. «Νίκος μου, Νίκος μου», φώναξα, «με ακούς αγάπη μου;» κι έμεινε ακίνητος. Η παιδική καρδιά του, ο γιατρός έλεγε πως ο Νίκος είχε καρδιά παιδιού, η ανάσα του έγινε πιο γρήγορη και πιο σύντομη. Πήρα το αριστερό του χέρι μεταξωτό που τώρα ήταν ιδρωμένο και το απόθεσα στο κεφάλι μου. «Δώσ’ μου την ευχή σου καλέ μου. Κάνε να ακολουθήσω πάντα το δρόμο που χάραξες. Το χέρι έμεινε για ώρα πολλή πάνω στο κεφάλι μου, ζεστό, μεταξωτό, πάντα δροσερό, όπως το αγαπούσα. Έπειτα το απόθεσα απαλά πάνω στο σεντόνι. Ο Νίκος Καζαντζάκης δεν υπήρχε πια. Θα θελα να ανοίξω πόρτες και παράθυρα και να φωνάξω… «φεγγάρι, άστρα, δέντρα, νύχτα μαύρη εσείς που τόσο αγάπησε, ο Καζαντζάκης σας δεν υπάρχει πια».
Τα δάκρυα έχουν ξεχειλίσει από τα μάτια του Πάτροκλου Σταύρου.
«Από τη στιγμή που υπάρχουν όλες αυτές οι δίκες και η αμετάκλητη απόφαση του Αρείου Πάγου, πώς το Υπουργείο Πολιτισμού κάνει μια επιτροπή που σκοπεύει να εκδώσει Καζαντζάκη;», τον ρωτάω απορημένος…
«Δεν ξέρω, είναι πρωτοφανές», απαντά ο Πάτροκλος Σταύρου. «Η Ελένη Καζαντζάκη έζησε ευτυχισμένη μαζί μας στο σπίτι μας για 15 χρόνια. Μου χάραξε μερικά πράγματα. «Πρόσεξε τον τάδε είναι λύκος», μου έλεγε. Μια άλλη φορά μου είπε πως «υπάρχουν άνθρωποι που τη χαιρετάνε και δίνουν το χέρι όχι για χειραψία, αλλά απλώνοντας την παλάμη» και μου κάνει την κίνηση αυτών που περιμένουν να βάλεις λεφτά στη χούφτα τους.
Ο Πάτροκλος Σταύρου σηκώνεται και μου γνέφει να πάω. Μπαίνουμε στην αποθήκη παίρνει τον «Καπετάν - Μιχάλη» στο χέρι και μου το δείχνει… «Αυτό το βιβλίο είναι φέρετρο; Έτσι μου λένε». Το εξώφυλλο είναι το γκρι του ποστ μόντερν, ενώ τα γράμματα είναι χρυσά. Υπάρχει μια κάθετη χρυσή γραμμή και μια φωτογραφία. «Σε όλες τις εκδόσεις έχουν συνεργαστεί μαζί μου καθηγητές Πανεπιστημίου. Σε κάθε βιβλίο υπάρχουν. Τι είναι όλοι αυτοί οι καθηγητές; Σκάρτοι;». Ο τόνος της φωνής του γίνεται έντονος. Μου δείχνει ένα ένα όλα τα βιβλία, τα ιστορικά ντοκουμέντα που έχει συμπεριλάβει, τις αναλύσεις… “Έχω αγάπη και πάθος για τον Καζαντζάκη και χρέος προς τη θετή μητέρα μου Ελένη”, λέει συγκινημένος, «δεν είμαι εξοργισμένος, είμαι απελπισμένος. Κάποιοι μέσα στην επιτροπή που συνέστησε το Υπουργείο βρίζουν τη μνήμη της Ελένης Καζαντζάκη. Ένας από αυτούς έφτασε στο σημείο να ζητήσει να γίνει εκταφή για να διαπιστωθούν τα αίτια του θανάτου της. Και από το Υπουργείο δεν με έχουν πάρει ένα τηλέφωνο».
Πώς όμως έφτασε η Ελένη Καζαντζάκη να γίνει η θετή του μητέρα… «Η Ελένη ήταν ευτυχισμένη όταν ήταν μαζί μας. Είχε βρει μια οικογένεια. Εκείνη μου το ζήτησε. Δεν είχε παιδιά. Στην αρχή αρνήθηκα. Δεν ήθελα, αλλά εκείνη συνέχιζε να με πιέζει. Μου έλεγε «θα πεθάνω μόνη μου» και της απαντούσα πως δεν θα έπρεπε να λέει τέτοια πράγματα. Τη στεναχωρούσε πολύ το γεγονός που με τον Νίκο δεν έκαναν παιδιά. Μια ημέρα με ρώτησε, «είναι ντροπή να είσαι ο θετός γιος της Ελένης Καζαντζάκη; Να το ξέρεις πως και ο Νίκος θα το ήθελε αυτό». Τότε δέχθηκα.
Τα δάκρυα επανέρχονται και πάλι όταν τον ρωτάω για τις τελευταίες ώρες της Ελένης. Η φωνή γίνεται και πάλι τρεμάμενη… «Όλοι οι γιατροί του νοσοκομείο περνούσαν να τη δουν. Όλοι την πρόσεχαν. Και μάλιστα ήταν αισιόδοξοι. Τις τελευταίες ημέρες της είχα μια ανησυχία. Γυρνούσε προς την εικόνα της Παναγίας και φώναζε «Παναγία μου, Νίκος μου. Παναγία μου, Νίκος μου». Αν και οι γιατροί με καθησύχαζαν εγώ αγωνιούσα. Μια ημέρα λίγο πριν πάω στο νοσοκομείο να τη δω, βρισκόμουν εδώ, στο γραφείο μου. Και είπα στους συνεργάτες μου ότι φοβάμαι πολύ γιατί πλησίαζε η ημερομηνία της γέννησης του Νίκου Καζαντζάκη. Φοβόμουν πολύ εκείνη την ημέρα. Ήταν 18 Φεβρουαρίου του 2004 όταν η Ελένη πήγε να βρει τον Νίκο της. Την ημέρα των γενεθλίων του».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου